Γράφει ο Γεώργιος Αποστολόπουλος…
Ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα είναι ένας πυλώνας κρίσιμος για την επισιτιστική ασφάλεια, την εδαφική συνοχή και την οικονομία της υπαίθρου και αντιμετωπίζει σοβαρές, συσσωρευμένες προκλήσεις.
Το 2025, πολλοί παραγωγοί καλούνται να αντιμετωπίσουν την εκρηκτική αύξηση στο κόστος παραγωγής: λιπάσματα, καύσιμα, ενέργεια και αγροεφόδια, τα οποία έχουν ακριβύνει σημαντικά, ενώ οι τιμές πώλησης των αγροτικών προϊόντων παραμένουν χαμηλές. Αυτή η συνθήκη δημιουργεί ασφυκτικές πιέσεις, όπου τα έξοδα «πνίγουν» το εισόδημα, καθιστώντας τη γεωργική παραγωγή μη βιώσιμη για ολοένα και περισσότερους.
Οι καθυστερήσεις και οι αμφισημίες στη λειτουργία του φορέα πληρωμών ενισχύσεων ΟΠΕΚΕΠΕ δημιουργούν μεγάλη ανασφάλεια για χιλιάδες αγρότες. Επιπλέον, σύμφωνα με μελέτες, η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ 2023-2027) έχει οδηγήσει σε στρεβλώσεις που μεγάλο μέρος των κοινοτικών πόρων μεταφέρεται σε εκμεταλλεύσεις που δεν είναι υλοποιήσιμες στο μικροκλίμα της Ελλάδος, με αποτέλεσμα να «στραγγαλίζεται» η πραγματική γεωργική παραγωγή.
Η γεωργία στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλό ποσοστό αγροτών με μόνον πρακτική εμπειρία και ελάχιστη ή μηδαμινή τυπική αγροτική εκπαίδευση και παράλληλα, η χρόνια υποεπένδυση στον τομέα και ειδικά η έλλειψη κεφαλαίων για νέες τεχνολογίες, σημαίνει ότι πολλές εκμεταλλεύσεις δεν μπορούν να εκσυγχρονιστούν. Αυτό μειώνει την ανταγωνιστικότητα, υπονομεύει την παραγωγικότητα και καθιστά την αγροτική δραστηριότητα ευάλωτη σε εξωγενείς κρίσεις (τιμές, καιρικά, αγορά).
Ο αγροτικός τομέας παρουσιάζει χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα: πολλές εκμεταλλεύσεις είναι μικρές, πολυτεμαχισμένες, με ηλικιωμένους διαχειριστές και η νέα γενιά δείχνει απροθυμία να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη γεωργία εξαιτίας των παραπάνω προβλημάτων. Αυτό θέτει ζήτημα βιωσιμότητας της γεωργίας και μακροπρόθεσμα την μείωση παραγωγής, εγκατάλειψη χωραφιών ή μετάδοση εκμεταλλεύσεων με λάθος τρόπο.
Νομικό και πολιτικό κενό — γιατί οι αγρότες είναι «μόνοι»
Η ελληνική αγροτική πολιτική και η εφαρμογή της ευρωπαϊκής, αν και θεσμικά θεμελιωμένες δεν κατορθώνουν να ανταποκριθούν στις πραγματικές ανάγκες του αγροτικού κόσμου. Αυτό οφείλεται σε:
- Διαχρονική υποχρηματοδότηση και έλλειψη στοχευμένων επενδυτικών κινήτρων.
- Απουσία δυναμικής εκπροσώπησης μικρών και μεσαίων παραγωγών και συχνά οι πολιτικές χαράσσονται χωρίς πραγματική συμμετοχή των αγροτών.
- Δυσλειτουργίες σε μηχανισμούς ελέγχου και κατανομής επιδοτήσεων, που προκαλούν στρεβλώσεις και αδικίες.
- Έλλειψη προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα και δη την κλιματική, οικονομική, αγροτική.
Σε αυτό το πλαίσιο, για πολλούς αγρότες γίνεται σαφές ότι δεν αρκούν μεμονωμένες παρεμβάσεις· χρειάζεται συλλογική, οργανωμένη δράση με νομική, οικονομική και πολιτική ισχύ.
Ο ρόλος των συνεταιρισμών και του συνεργατισμού
Εδώ έρχεται να παίξει ουσιαστικό ρόλο ο συνεταιρισμός, όχι ως «παραδοσιακή» λύση, αλλά ως μοντέλο νομικής, οικονομικής και συλλογικής αντίστασης και διεκδίκησης και η συνεργασία μέσω συλλογικών σχημάτων προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα, όπως :
- Οικονομίες κλίμακας. Με κοινή προμήθεια εισροών (λιπάσματα, εφόδια, καύσιμα), με οργανωμένη διανομή και μεταποίηση, μειώνεται το κόστος παραγωγής και ενισχύεται η διαπραγματευτική θέση. Ερευνητικές μελέτες δείχνουν ότι σε συνεργατικά σχήματα οι διανομείς μπορούν να αγοράζουν από κοινού, πετυχαίνοντας χαμηλότερο κόστος και καλύτερη κατανομή κέρδους.
- Νομική ισχύ και συλλογική φωνή. Οι συνεταιρισμοί μπορούν να λειτουργήσουν ως συλλογικοί φορείς εκπροσώπησης των αγροτών, με δυνατότητα διαπραγμάτευσης με την κυβέρνηση, τις αρχές και την Ε.Ε., κάτι που ένας μεμονωμένος αγρότης δεν μπορεί.
- Διαχείριση κινδύνων και πρόσβαση σε πόρους. Με συλλογική δομή και διαφάνεια, μπορεί να υπάρξει καλύτερη πρόσβαση σε κοινοτικά προγράμματα, επιδοτήσεις, επενδυτικά κεφάλαια, αναπτυξιακά εργαλεία.
- Εκσυγχρονισμός & τεχνογνωσία. Συνεταιρισμοί προσφέρουν καλύτερη δυνατότητα απόσβεσης εξοπλισμού, ακόμη και επένδυσεις σε νέες τεχνολογίες. Επιπλέον, μπορούν να ενσωματώσουν εκπαιδευτικά και συμβουλευτικά προγράμματα για μέλη τους, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα της έλλειψης τυπικής αγροτικής εκπαίδευσης.
- Βιωσιμότητα και διαφάνεια. Συλλογικά σχήματα έχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απέναντι στις διαρθρωτικές κρίσεις, μπορούν να λειτουργήσουν πιο σταθερά, να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμα, και να προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια στους παραγωγούς.
Με αυτόν τον τρόπο, ο συνεταιρισμός δεν είναι μόνο «εναλλακτική μορφή οργάνωσης», αλλά από νομική, οικονομική και πολιτική σκοπιά είναι η μόνη ρεαλιστική λύση για να αντιπαλέψουν οι αγρότες αφενός τις συνεχιζόμενες δυσκολίες, αφετέρου τη δομική αδράνεια του κράτους.
Συμπερασματικά, η κρίση που βιώνει ο αγροτικός κόσμος το 2025 δεν είναι απλώς προσωρινή — είναι δομική, πολυεπίπεδη, και αφορά την οικονομία, την νομοθεσία, την κοινωνία και το περιβάλλον. Οι ατομικές προσπάθειες έχουν πια φτάσει στα όριά τους και χωρίς συλλογική οργάνωση, χωρίς συνεταιριστική κουλτούρα και χωρίς νομική/πολιτική εκπροσώπηση, οι αγρότες θα συνεχίσουν να «πνίγονται» οικονομικά και να χάνουν την παραγωγή τους. Συνεπώς ο συνεταιρισμός ως οργανωμένος, διαφανής, με σωστή δομή, είναι η μοναδική ρεαλιστική διέξοδος μπορεί να δώσει στους αγρότες φωνή, δύναμη διαπραγμάτευσης, πρόσβαση σε πόρους, και προοπτική βιώσιμης γεωργίας.
Γεώργιος Αποστολόπουλος
Δικηγόρος με ειδίκευση στο δίκαιο των συνεταιρισμών, επιχειρήσεων και εταιρειών
Τηλ 2491026055 – κιν. 6936643245

