Βαγενά: «Στο εμβόλιο λέμε ΝΑΙ!»

Δανείζομαι παραλλαγμένο τον στίχο από το τραγούδι του Λουκιανού «Ο Ύμνος των Μαύρων Σκυλιών» για να τοποθετηθώ σε σχέση με το μείζον θέμα των ημερών, που αφορά την άσκηση του δικαιώματος στον εμβολιασμό κατά του Covid-19 από τους πολίτες.

Μιλάω για δικαίωμα και όχι για υποχρέωση, γιατί σέβομαι το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος. Ταυτόχρονα, όμως, θεωρώ ότι ο εμβολιασμός, τόσο γενικότερα όσο και ειδικά κατά του Covid-19, είναι μίαπράξη όχι μόνο ατομικής προστασίας, αλλά καικοινωνικής ευθύνης και αλληλεγγύης.

Η κυβέρνηση επένδυσε στον φόβο, στην τιμωρία και σε υποτιμητικά δωράκια, προκειμένου να πείσει τον κόσμο να ασκήσει το δικαίωμά του στον εμβολιασμό. Δεν επένδυσε στην ουσιαστική ενημέρωση για την τεχνολογία των εμβολίων και τις παρενέργειές τους, που είναι λιγότερες και λιγότερο σοβαρές από πολλά φάρμακα ευρείας κατανάλωσης, ούτε βεβαίως στη μεθοδευμένη επιδημιολογική επιτήρηση, τα υγειονομικάμέτρα για τους χώρους εργασίας και τις κλειστές δομές, τα σχολεία, και τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και κυρίως δεν επένδυσε σε μία σοβαρή ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας σε όλα τα επίπεδα.

Τώρα, εφαρμόζοντας την προσφιλή της νοοτροπία της επιβολής, της καταστολής και τη στέρησης δικαιωμάτων, προχωρεί σε μέτρα που περιθωριοποιούν κοινωνικά, πλήττουν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα και δημιουργούν διακρίσεις, ανασφάλεια και διχασμό στην κοινωνία. Στην ουσία, κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, δηλαδή τιμωρεί όσους πολίτες δεν έχουν πάρει ακόμα την απόφαση να εμβολιαστούν ή έχουν ενδεχομένως θέματα υγείας που τους το απαγορεύουν ή δεν έχουν ακόμα πρόσβαση στο εμβόλιο.

Η δημιουργία του ποθητού τείχους ανοσίας σε ποσοστά 70-80% μέσα στο καλοκαίρι, που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση, δεν θα προκύψει με τέτοια μέτρα. Είναι θεμιτό να οριστούν συγκεκριμένες δραστηριότητες και υπηρεσίες, που αφορούν κυρίως τη νοσηλεία ασθενών και τη φροντίδα ευπαθών ομάδων, οι οποίες θα εκτελούνται αποκλειστικά από εμβολιασμένο προσωπικό. Σε καμιά περίπτωση, όμως, τέτοια μέτρα δεν πρέπει να αποτελέσουν το πρόσχημα για τη γενίκευσητης υποχρεωτικότητας.

Αντίστοιχα, στον δημόσιο τομέα, οι ανεμβολίαστοιεργαζόμενοι μπορούν να αξιοποιηθούν σε υπηρεσίες, όπου δεν χρειάζεται να έρχονται σε επαφή με ασθενείς και ευάλωτες ομάδες. Στον ιδιωτικό τομέα, μετά και τον νόμο Χατζηδάκη, η άδεια άνευ αποδοχών στην πράξη ισοδυναμεί με απόλυση και θα φέρει κύμα απολύσεων. Συνεπώς, το μέτρο της υποχρεωτικότητας θα πρέπει να εφαρμόζεται κατ’ εξαίρεση και μόνο όπου είναι απολύτως αναγκαίο, όπως σε ιδιωτικές κλινικές, δομές αποκατάστασης, γηροκομεία κλπ, με ασφαλιστικές δικλείδες μη απόλυσης και εναλλακτικής αξιοποίησης των εργαζομένων σε διοικητικά ή άλλα καθήκοντα, χωρίς επαφή με ασθενείς και ευάλωτες ομάδες και πάντα υπό τον όρο των απαραίτητων συχνών διαγνωστικών εξετάσεων. Με λίγα λόγια, υπάρχουν τρόποι να θωρακίσουμε στο μέγιστο τόσο τη δημόσια ασφάλεια και υγεία όσο και τα δικαιώματα και την ελευθερία των πολιτών.

Μιλώντας, επιπλέον, από καρδιάς και ως άνθρωπος του θεάτρου θέλω να πω πως δεν θέλουμε να υπάρχουν πια εμπόδια ανάμεσα σε εμάς και στους θεατές μας.  Λαχταρούμε τη στιγμή που θα παίξουμε ξανά στο θέατρο σε κανονικές συνθήκες. Θέλουμε να επιστρέψουμε πίσω στην τέχνη μας, θέλουμε, όπως όλοι, να επιστρέψουμε στη ζωή μας χωρίς αποστάσεις και περιορισμούς και, κυρίως, χωρίς αποκλεισμούς και κοινωνικό διχασμό.

Και κάτι τελευταίο. Είδαμε στο προχτεσινό συλλαλητήριο κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού και των νέων μέτρων, στο οποίο ακούστηκαν κατά κόρονυβριστικές λεκτικές επιθέσεις κατά της κυβέρνησης, πώς τώρα γυρίζει μπούμερανγκ στη ΝΔ ένα μεγάλο ποσοστό του κόσμου, που η ίδια χρησιμοποίησε πριν λίγα χρόνιαμε προπαγάνδα ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών. Όταν παίζεις με τη φωτιά κινδυνεύεις να καείς. Μόνο που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, κινδυνεύουμε όλοι να καούμε. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η λαϊκή αγανάκτηση να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από την ακροδεξιάκαι τα φερέφωνά της.