Η «αχίλλειος πτέρνα» του Ερντογάν

Για πολλά χρόνια μετά την ανάδειξή του στην εξουσία ο Ταγίπ Ερντογάν είχε ένα πανίσχυρο «όπλο» απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους του: την οικονομία. Μέσα στην πρώτη δεκαετία της διακυβέρνησής του τριπλασίασε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας, βγάζοντας εκατομμύρια Τούρκους από την φτώχεια, περιόρισε τις εισοδηματικές ανισότητες και στήριξε τις «τίγρεις της Ανατολίας», δηλαδή τις οικογενειακές επιχειρήσεις που ήταν η ραχοκοκαλιά της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

Πολλά έχουν αλλάξει από τότε, με την συνεχή διολίσθηση του Τούρκου προέδρου στον αυταρχισμό, την πλήρη εγκατάλειψη του μεταρρυθμιστικού και ευρωπαϊκού δρόμου, την αποδυτικοποίηση και την αυξανόμενη επιθετικότητα. Αυτή η στρατηγική στροφή συνοδεύθηκε και από τα Erdoganomics, μία συνταγή «υπερθέρμανσης» της οικονομίας, με επεκτακτική δημοσιονομική πολιτική για την υλοποίηση «φαραωνικών» και αμφιβόλου χρησιμότητας έργων υποδομών και διαρκείς πιέσεις στην κεντρική τράπεζα για χαλαρή νομισματική πολιτική. Ο «εχθρός των επιτοκίων», όπως αυτοαποκαλείται, επιμένει να υποστηρίζει ακόμη και σήμερα ότι τα χαμηλά επιτόκια… ρίχνουν τον πληθωρισμό και να οδηγεί με τις επιλογές του σε ελεύθερη πτώση την τουρκική λίρα και σε φυγή τους ξένους επενδυτές.

Το άλλοτε ισχυρό όπλο του Ερντογάν σήμερα είναι ένας παράγοντας που στέκεται εμπόδιο στις υψηλές φιλοδοξίες του Τούρκου προέδρου για την ενίσχυση του στρατιωτικού οπλοστασίου, αλλά και που εξηγεί εν μέρει την γραμμή των φραστικών- και όχι μόνο- επιθέσεων κατά πάντων. Νοικοκυριά και επιχειρήσεις αισθάνονται τον πόνο της ύφεσης και της ραγδαίας υποτίμησης και ο Ερντογάν πιστεύει ότι η εθνικιστική ρητορική θα τον απαλύνει.

Το δεύτερο τρίμηνο του έτους το τουρκικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε 9,9% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα και 11% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2019.  Κι όμως ο Ερντογάν διαβεβαιώνει πως η οικονομία «πετάει». «Σήμερα είναι ισχυρή και αύριο θα είναι ακόμη ισχυρότερη» διαβεβαίωνε προ ημερών, προειδοποιώντας πως «κανείς δεν μπορεί να ξεγελάσει τους πολίτες μας».

Η βαθιά ύφεση δεν είναι βεβαίως «προνόμιο» της Τουρκίας στην εποχή του νέου κορωνοϊού και των lockdown. Ωστόσο αυτό που πρέπει να ανησυχεί έντονα την Άγκυρα, προειδοποιούν οι ειδικοί, είναι το διαρκές σφυροκόπημα που δέχεται η λίρα. Το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει το 20% της αξίας του από τις αρχές του έτους και ενώ θα μπορούσε η υποτίμησή του να στηρίξει τις εξαγωγές, τείνει να εξελίσσεται σε δυσβάσταχτο βάρος για τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει μεγάλο μέρος των δανείων τους σε αμερικανικό δολάριο.

Η επιλογή της κεντρικής τράπεζας να διατηρεί το βασικό επιτόκιο δανεισμού χαμηλότερα από τον πληθωρισμό, αλλά και οι διαρκείς γεωπολιτικές εντάσεις, τις οποίες φροντίζει να πυροδοτεί ο Ερντογάν, αποθαρρύνουν τις τοποθετήσεις στο τουρκικό νόμισμα, αλλά και οδηγούν σε ξεπούλημα των τουρκικών ομολόγων και μετοχών. «Η Τουρκία έχει χάσει την εμπιστοσύνη των ξένων πηγών χρηματοδότησης» σχολιάζει στη Wall Street Journal ο οικονομολόγος Μουσταφά Σονμέζ και προειδοποιεί πως εάν δεν υπάρξουν βήματα για την ανάκτησή της η τουρκική οικονομία δεν μπορεί να επιστρέψει σε ανάπτυξη.

Ακόμη και για τους Τούρκους εξαγωγείς η τόσο μεγάλη αποδυνάμωση της λίρας εξελίσσεται σε πονοκέφαλο, αφού μπορεί να καθιστά πιο φθηνά τα προϊόντα τους στις διεθνείς αγορές, αλλά αυξάνει σε επικίνδυνο βαθμό και το κόστος των εισαγόμενων πρώτων υλών, που χρησιμοποιούν.

Η τουρκική οικονομία κάποτε ήταν «υπόδειγμα» σταθερότητας για τον αναδυόμενο κόσμο. Ήταν η εποχή εκείνη που και η γειτονική χώρα ήταν πρότυπο Δημοκρατίας στον μουσουλμανικό κόσμο. Ήταν και το βασικό στήριγμα του Ερντογάν, που εξασφάλιζε χάρη στην οικονομική δυναμική και πολιτική παντοδυναμία. Σήμερα εξελίσσεται αναμφίβολα σε «αχίλλειο πτέρνα».

Πηγή: kathimerini.gr