Σύμφωνα με πηγές του πρακτορείου Reuters και ευρωπαϊκών εφημερίδων υπάρχει συμφωνία και επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ αναμένεται να κάνει σύντομα ανακοινώσεις για το αποτέλεσμα των εργασιών της διάσκεψης.
Ωστόσο οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών στη Λιβύη, Χαλίφα Χάφταρ και Φαγέζ Αλ Σαράτζ παραμένουν, με αποτέλεσμα να μη γίνει κοινή συνέντευξη Τύπου. Καθώς δεν υπήρχαν από την αρχή πολλές ελπίδες για το αποτέλεσμα, το γεγονός ότι υπάρχει συμφωνία για το κείμενο, επιτρέπει στους ηγέτες να χαρακτηρίσουν «επιτυχημένη» τη διάσκεψη.
Η διάσκεψη ξεκίνησε το απόγευμα της Κυριακής με μικρές προσδοκίες και κύριο αντικείμενο ποια δύναμη θα επιβλέψει τη διαδικασία για την πολιτική μετάβαση στη Λιβύη .
Τους ηγέτες της Γαλλίας, Ρωσίας, Τουρκίας, Αιγύπτου, τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, αλλά και υψηλόβαθμους αξιωματούχους από τη Βρετανία, την Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Ιταλία, την Αλγερία και τα Ηνωμένα Έθνη, την Ε.Ε., την Αφρικανική Ένωση και τον Αραβικό Σύνδεσμο υποδέχθηκε η Άνγκελα Μέρκελ.
Περίπου 2,5 ώρες μετά την εκκίνηση της διάσκεψης, το Reuters μετέδωσε ότι οι ηγέτες ήταν κοντά σε μια συμφωνία, επικαλούμενο μαρτυρία ενός εκ των συμμετεχόντων.
Συμφωνούν στην ειρήνη
Όλοι οι ηγέτες από νωρίς τόνιζαν στις δηλώσεις τους ότι μετά την εκεχειρία που επιτεύχθηκε για την υλοποίηση της συνόδου, το επόμενο βήμα θα είναι να συμφωνηθεί ποιος θα επιβλέψει τη διαδικασία της ειρήνευσης και της πολιτικής μετάβασης στη Λιβύη, όπως αυτή προβλέπεται από το προσχέδιο του κειμένου συμπερασμάτων που έχει συντάξει ο ΟΗΕ.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, το κείμενο αυτό θα καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη «να υπερδιπλασιάσουν την προσπάθεια για να διατηρηθεί επ’ αόριστον η κατάπαυση πυρός, να συμβάλουν στην αποκλιμάκωση και το τέλος των εχθροπραξιών».
Στο επίκεντρο είναι αν την ευθύνη της εποπτείας της πολιτικής διαδικασίας θα έχει διεθνής ή ευρωπαϊκή δύναμη, η οποία θα επιβλέψει την πορεία προς τη διεξαγωγή εκλογών, την αποκατάσταση της παραγωγής και εξαγωγής πετρελαίου και την ανασυγκρότηση της χώρας. Επίσης θα πρέπει να αποφασιστεί αν θα σταλούν στρατιώτες και από ποιες χώρες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως η Ιταλία επιθυμούν να έχουν ισχυρή παρουσία στις εξελίξεις, ωστόσο ο πρωθυπουργός της αναγνωρισμένης από τη διεθνή κοινότητα κυβέρνησης, Φαγέζ Αλ Σαράτζ, έχει δηλώσει ότι προτιμά αυτή η δύναμη να είναι διεθνής και όχι ευρωπαϊκή.
Αμετακίνητοι στις θέσεις τους Σαράτζ-Χάφταρ
Σύμφωνα με την ιταλική εφημερίδα La Stampa, οι διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών (Σαράτζ και Χάφταρ) παραμένουν και είναι πολύ πιθανό η διάσκεψη να κλείσει χωρίς να πραγματοποιηθεί κοινή συνέντευξη Τύπου. Αντίθετα, ίσως η οικοδέσποινα Άνγκελα Μέρκελ να ανακοινώσει κάποια συμπεράσματα.
Ωστόσο, όπως αναφέρει η εφημερίδα, έπειτα από πιέσεις του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο προσχέδιο ανακοινωθέντος που υπάρχει θα συμπεριληφθεί το αίτημα να σταματήσουν οι επιθέσεις σε εγκαταστάσεις εξόρυξης πετρελαίου.
Η ιταλική εφημερίδα, επικαλούμενη πηγές, αναφέρει επίσης ότι οι δύο Λίβυοι ηγέτες, Χαλίφα Χάφταρ και Φαγέζ Αλ Σαράτζ, δεν έχουν καμία επαφή μεταξύ τους, αλλά βρίσκονται σε διαφορετικά δωμάτια στην Καγκελαρία, όπου πραγματοποιείται η σύνοδο. Στο περιθώριο της συνόδου και πριν από την έναρξή της, ο Χαλίφα Χάφταρ συναντήθηκε με τον Εμανουέλ Μακρόν και ο Φαγέζ Αλ Σαράτζ με τον Τούρκο πρόεδρο.
Έκκληση Γκουτέρες και Πομπέο
Με γραπτή ανακοίνωσή του με αφορμή τη σύνοδο, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, κάλεσε τις δύο πλευρές να «αδράξουν την ευκαιρία και να ενισχύσουν τις διαδικασίες κατάπαυσης του πυρός».
«Επαναλαμβάνουμε την έκκλησή μας σε όλους όσοι άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται στη σύγκρουση να στηρίξουν μια αποτελεσματική κατάπαυση των εχθροπραξιών. Οι αδιάκοπες και κραυγαλέες παραβιάσεις του εμπάργκο όπλων που έχει επιβάλει το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να σταματήσουν».
Ο Μάικ Πομπέο, με ανάρτησή του μέσω Twitter, είχε καλέσει τους Λίβυους να αποφασίσουν μόνοι τους το μέλλον τους, ένα μέλλον «ελεύθερο από τη βία που πυροδοτούν ξένοι παράγοντες» και κάλεσε όλες τις πλευρές «να αδράξουν αυτή την ευκαιρία» και με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ να αντιμετωπίσουν «τα πολιτικά, οικονομικά και ζητήματα ασφαλείας που τους διαιρούν».
Διαβάστε περισσότερα εδώ