Ολοκληρωμένο πλάνο χρηματοδότησης των Ερευνητικών Υποδομών με 224 εκ.€

Η ανάδειξη της σημασίας των Εθνικών Ερευνητικών Υποδομών στην Κοινωνία και η συμβολή τους στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω της Έρευνας, της Τεχνολογικής Ανάπτυξης και της Καινοτομίας ήταν το αντικείμενο της ανοιχτής εκδήλωσης «Οι Ερευνητικές Υποδομές στην υπηρεσία της Κοινωνίας και της Οικονομίας της Γνώσης», που συνδιοργάνωσαν η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) και η Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας, Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας (ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ), στο Αμφιθέατρο «Λεωνίδας Ζέρβας» του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.

Στην εκδήλωση παρέστησαν και χαιρέτησαν ο Αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας, Κώστας Φωτάκης, ο Υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Στάθης Γιαννακίδης, η Γενική Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Πατρίτσια Κυπριανίδου και η Προϊσταμένη ΕΥΔ ΕΠΑνΕΚ, Αγγελική Φέτση.

Κατά την διάρκεια της εκδήλωσης αναλύθηκαν οι κύριες πολιτικές κατευθύνσεις και πρωτοβουλίες για την στήριξη της Έρευνας και της Καινοτομίας στην χώρα. Συγκεκριμένα, παρουσιάσθηκε η μέχρι τώρα εξέλιξη υλοποίησης του Πολυετούς Σχεδίου Χρηματοδότησης Ερευνητικών Υποδομών Εθνικής Εμβέλειας της περιόδου 2014-2020 μέσα από την χρηματοδότηση με 91 εκ. € 28  Ερευνητικών Υποδομών από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» 2014-2020.

Οι Ερευνητικές Υποδομές αποτελούν ένα κύριο δομικό στοιχείο του ερευνητικού συστήματος της χώρας και η σημασία τους δεν περιορίζεται σε κτιριακές εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, αλλά περιλαμβάνει το ανθρώπινο δυναμικό, την τεχνογνωσία, την πληροφορία, την δικτύωση και όλα τα απαιτούμενα άυλα στοιχεία για την λειτουργία και πλήρη αξιοποίησή τους.

Οι Ερευνητικές αυτές Υποδομές καλύπτουν τους τομείς:  Βιολογικές και Βιοϊατρικές Επιστήμες, Ενέργεια και Περιβάλλον, Αγροδιατροφή, Φυσικές επιστήμες, Υλικά, Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές επιστήμες, ενώ εξασφαλίζουν περισσότερες από 800 ποιοτικές θέσεις εργασίες για προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης.

Ο Αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας Κώστας Φωτάκης δήλωσε: «Οι Εθνικές Ερευνητικές Υποδομές αποσκοπούν στην προαγωγή των επιστημονικών τομέων όσο και στην προσφορά υπηρεσιών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Στο πλαίσιο αυτό η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και των υποδομών της Έρευνας είναι κομβικής σημασίας για την διαμόρφωση των πολιτικών και του κατάλληλου περιβάλλοντος, ιδιαίτερα για την προετοιμασία της θέσης της χώρας στην επικείμενη 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Η ανοιχτή πρόσβαση στις Ερευνητικές Υποδομές είναι καίριας σημασίας και εξασφαλίζεται με τις 28 βασικές υποδομές που λειτουργούν σε ελληνικά ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα και στηρίζονται από την ΓΓΕΤ με το συνολικό ποσό των 91 εκ. € στο πλαίσιο του προγράμματος των Εθνικών Ερευνητικών Υποδομών, με την ενίσχυση με 24 εκ. € του ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) και με την συμμετοχή στις μεγάλες ευρωπαϊκές υποδομές Έρευνας.

Επιπλέον, δημιουργούμε Υποδομές Εμβληματικών Δράσεων συνολικού προϋπολογισμού 64 εκ. €, που αφορούν την ναυπήγηση ωκεανογραφικού ερευνητικού σκάφους και την δημιουργία Δικτύου για την παρακολούθηση της Κλιματικής Αλλαγής.

Τέλος, στηρίζουμε με 45 εκ. € τις Ερευνητικές Υποδομές της περιφέρειας με το πρόγραμμα Περιφερειακής Αριστείας που θα προκηρυχθεί άμεσα.

Η συνολική στρατηγική που έχει διαμορφωθεί για τις Εθνικές Ερευνητικές Υποδομές στοχεύει στην ενθάρρυνση συνεργειών για την δημιουργία μεγάλης προστιθέμενης επιστημονικής και οικονομικής αξίας που θα συνεισφέρει και στην αναχαίτιση του brain drain και του brain waste (ετεροαπασχόληση) του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού της χώρας».

Ο Υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στάθης Γιαννακίδης δήλωσε: «Ένα από τα χαρακτηριστικά του στρεβλού παραγωγικού μοντέλου, που αποδείχθηκε το πλέον εύθραυστο κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ήταν ότι στηριζόταν ελάχιστα στην τεχνολογική πρόοδο και καινοτομία. Παράλληλα, η χώρα κατέγραφε χαμηλές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις στην Έρευνα και την Καινοτομία όπως επίσης διαρροή επιστημόνων προς εξωτερικό ταυτόχρονα με την υποεκμετάλλευση του ταλέντου και του ανθρώπινου δυναμικού σε εγχώριο επίπεδο.

Αυτή η κυβέρνηση είχε εξαρχής αποδώσει κεντρικό ρόλο στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη, ως πυλώνες του παραγωγικού μοντέλου που προωθεί. Το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης βρίσκεται σε στενή συνεργασία με τον Τομέα Έρευνας και Καινοτομίας του ΥΠΠΕΘ ώστε να εξασφαλίζεται τόσο η χρηματοδότηση για τις σχετικές πρωτοβουλίες όσο και η διασύνδεση της ερευνητικής δραστηριότητας με την παραγωγή».

Κατά τον χαιρετισμό της η Γενική Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Πατρίτσια Κυπριανίδου, αφού ευχαρίστησε την ηγεσία και τα στελέχη του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης που διαχειρίζονται το ΕΠΑνΕΚ για την άψογη συνεργασία, δήλωσε: «Η χρηματοδότηση των Ερευνητικών Υποδομών εντάσσεται σε ένα σύνολο γενναίας χρηματοδότησης που δίνεται στοχευμένα για την ενίσχυση της Έρευνας και Καινοτομίας στην χώρα σε θεματικές περιοχές με συγκριτικό πλεονέκτημα, για νέες θέσεις επιστημόνων και για την ενίσχυση των χαρακτηριστικών έντασης γνώσης των ελληνικών επιχειρήσεων. Ήδη διαβλέπονται τα πρώτα αποτελέσματα των προσπαθειών μας: Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι από τις 730 εταιρείες που μετέχουν στην δράση «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ» οι 500 είναι εταιρείες που χρηματοδοτούνται για πρώτη φορά.

Μέσα από την χρηματοδότηση των Ερευνητικών Υποδομών ενισχύεται η καινοτόμος επιχειρηματικότητα και δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα, ενισχύεται το αναπτυξιακό και κοινωνικό προφίλ της δημόσια Έρευνας και εξυπηρετούνται κοινωνικές και αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας για την κοινωνία και την οικονομία της γνώσης».

Στην μεταμνημονιακή περίοδο που διανύει η χώρα, η διαμόρφωση νέων αναπτυξιακών προτύπων που διανοίγουν νέες ευκαιρίες και προοπτικές για την κοινωνία και την οικονομία είναι καίριας σημασίας. Η  Οικονομία της Γνώσης, δηλαδή η οικονομία που συνδέεται με την επιστημονική έρευνα που διεξάγεται στα ΑΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, αποτελεί ένα τέτοιο υπόδειγμα που προτάσσεται για την παραγωγική ανασυγκρότηση στη νέα εποχή.

Η εμβέλεια  της Οικονομίας της Γνώσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα της επιστημονικής έρευνας που επιτελείται  και κατ’ επέκταση το διαθέσιμο δυναμικό, τους επιστήμονες και τις Ερευνητικές Υποδομές που είναι διαθέσιμες.