Ax. Νταβέλης: «Εθνική ομοψυχία, ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική και σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας»

H Ομιλία του Προέδρου του ΣΘΕΒ κ. Αχιλλέα Νταβέλη στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών.

“Με ιδιαίτερη χαρά σας καλωσορίζω στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών.

Συμπληρώνοντας  60 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας και εισφέροντας ουσιαστικά στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της βιομηχανίας  στη Θεσσαλία, συνεχίζουμε στα βήματα των ιδρυτών και προκατόχων του ΣΘΕΒ, έχοντας πλήρη συναίσθηση της μεγάλης θεσμικής ευθύνης και λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι Διοικήσεις των τελευταίων τριών θητειών του Συνδέσμου μας, δραστηριοποιούνται μεσούσης της μεγαλύτερης οικονομικής, χρηματοπιστωτικής και κοινωνικής κρίσης που βίωσε η Χώρα μας μεταπολιτευτικά, ενδεχομένως και μεταπολεμικά.

Είναι κοινό μυστικό ότι οι κρίσεις δημιουργούν υπέρμετρες προκλήσεις και αντίστοιχες απαιτήσεις.

Σε παρόμοιες περιστάσεις οι Κοινωνίες επιβίωσαν μόνο όταν δημιουργήθηκα οι προϋποθέσεις που μετέτρεψαν την κρίση σε ευκαιρία.

Στη χώρα μας έχοντας, ήδη, διανύσει 8 χρόνια πρωτόγνωρων καταστάσεων με αρκετές πολιτικές διακυμάνσεις, θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε – όπως άλλωστε θα κληθεί να κάνει και ο ιστορικός του μέλλοντος – ότι παρά τις διαφωνίες και τις αντιξοότητες, φαίνεται ότι επιτυγχάνουμε την πολυπόθητη σταθεροποίηση της οικονομίας.

Ενδεχομένως για πολλούς από εμάς, που η ακόρεστη επιθυμία για ανάπτυξη της οικονομίας ήταν και είναι κυρίαρχη, το γεγονός της σταθεροποίησης αυτής να φαντάζει ως ελάχιστα αυτονόητο. Επειδή, όμως, είμαστε Έλληνες και ομονοούμε δύσκολα ας αναγνωρίσουμε επιτέλους ότι η σταθερότητα ούτε δεδομένη είναι ούτε αυτονόητη. Εξάλλου κανένα άλμα προς την ανάπτυξη δεν είναι εφικτό όταν μια τόσο βαθιά κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη.

Εάν, λοιπόν, αναγνωρίσουμε ότι έστω και μετά από οκτώ χρόνια -προσδιορίζοντας το χρονικό ορόσημο δια στόματος Πρωθυπουργού στις 20 Αυγούστου του 2018 – καταφέραμε να σταθεροποιήσουμε με απίστευτες θυσίες την οικονομία και την κοινωνική συνοχή, ας προσπαθήσουμε από τα λάθη του παρελθόντος να δημιουργήσουμε ΤΩΡΑ τις προϋποθέσεις για την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας.

Ας δούμε, όμως, πώς εννοούμε όλοι μαζί και ο καθένας μας ξεχωριστά, αυτή την περίφημη ανάπτυξη για την οποία έχουν ειπωθεί τόσα πολλά που σε λίγο θα μοιάζει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Με απλά λόγια πολλές από τις αυτοεκπληρούμενες προφητείες που ζήσαμε στα οκτώ χρόνια της Ελληνικής κρίσης δεν ήταν τίποτα άλλο από αυτοδιαψευδόμενες προφητείες.

Έχοντας, λοιπόν, ωριμάσει η Κοινωνία μεταξύ μύθων και πραγματικότητας ας δούμε επιτέλους ποιες είναι οι προϋποθέσεις για ρεαλιστική ανάπτυξη άροντας οριστικώς και αμετακλήτως όλα εκείνα τα εμπόδια που διαμορφώνουν την πολυετή ομηρία της.

Θα συμφωνήσουμε όλοι ότι οι βασικότεροι παράγοντες που διαμορφώνουν τον οδηγό επιβίωσης ενός επενδυτή είναι οι ακόλουθοι:

  • Εθνική επιχειρηματική και βιομηχανική πολιτική
  • Λειτουργικό και δίκαιο Χρηματοπιστωτικό Σύστημα
  • Σταθερό και όχι απαραίτητα πολύ χαμηλό φορολογικό συντελεστή επιχειρήσεων
  • Μείωση των Εργοδοτικών Εισφορών των Επιχειρήσεων με παράλληλη αύξηση του Κατώτατου Μισθού των Εργαζομένων
  • Δίκαιη και γρήγορη απονομή δικαιοσύνης
  • Άμεση πάταξη της γραφειοκρατίας
  • Άρση της πολυνομίας
  • Αλλαγή κουλτούρας με επαναπροσδιορισμό της επιχειρηματικής αντίληψης
  • Θέσπιση κανόνων και κίνητρα για επιχειρηματικές συνέργειες σε επίπεδο εθνικών στόχων
  • Φορολογικά και οικονομικά κίνητρα για τις εξαγωγικές και εξωστρεφείς γενικότερα επιχειρήσεις.

Αναλυτικότερα, σε ότι αφορά τους παραπάνω παράγοντες, θα σχολιάσουμε λέγοντας:

  • Δεκαετίες ολόκληρες και δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και σήμερα, η επιχειρηματικότητα στη χώρα μας εύκολα ποινικοποιείται, συκοφαντείται και διώκεται, όταν παραδόξως σύσσωμη η πολιτική ηγεσία του τόπου μετ’ ελαχίστου εξαιρέσεων, αναγνωρίζει ότι ανάπτυξη χωρίς επιχειρήσεις και επενδύσεις δεν προκύπτει.  

Είναι προφανές ότι η ουσιαστική πολιτική αλλαγή στάσης, σε σχέση με τους ανθρώπους που επιχειρούν, είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής και το ψυχολογικό έναυσμα, που μπορεί να αποδώσει η κοινωνία σε ανθρώπους που πολλές φορές ρισκάρουν τα πάντα, με μοναδικό σκοπό την εμπέδωση ενός επιχειρηματικού οράματος με κοινωνικό αντίκρισμα, στη συντριπτική πλειοψηφία αυτών.  

Είναι, επίσης, προφανέστερο ότι σύσσωμος ο επιχειρηματικός κόσμος προτάσσει και απαιτεί, έστω και με καθυστέρηση δεκαετιών, ένα ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο δίκαιο και λειτουργικό για τη χάραξη επιτέλους μιας σύγχρονης εθνικής, επιχειρηματικής και βιομηχανικής πολιτικής, στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά πρότυπα.

  • Ζούμε σε μία ευρωπαϊκή Χώρα στην οποία οι Τράπεζες έχουν απωλέσει τον κατ’ εξοχήν ρόλο τους, αδυνατώντας σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό να τροφοδοτήσουν την εθνική οικονομία  με την απαραίτητη ρευστότητα.

Τα Ελληνικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα είναι γεγονός ότι βρίσκονται σε μία φάση καθολικής αναδιάρθωσης και διόρθωσης συστημικών λαθών του παρελθόντος, με αποκορύφωμα τη δεκαετή περίοδο προ ενάρξεως της κρίσεως.

Είναι επίσης γεγονός ότι για την ίδια εποχή ποτέ άλλοτε στην ιστορία του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος δεν δόθηκαν τόσα πολλά χρήματα – δυστυχώς σε πλείστες περιπτώσεις αδιαφανώς  – σε τόσους λίγους ανθρώπους και τα οποία κεφάλαια, δυστυχώς για την οικονομία, δεν κατευθύνονταν πάντα για αναπτυξιακούς σκοπούς.

Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι το γνωστό ιλιγγιώδες νούμερο των κόκκινων δανείων.

Είναι κοινό μυστικό ότι αν δεν λυθεί άμεσα αυτό το πρόβλημα η Ελληνική Κοινωνία δεν μπορεί να ξαναεμπιστευτεί και να εμπνευστεί από τις Ελληνικές Τράπεζες, όπως αυτό συνέβαινε στην προ – κρίσεως εποχή.

Εξάλλου τα χρήματα που καταχράστηκαν οι «γνωστοί ολίγοι» και καταδικαστέοι από το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας της Χώρας είναι αυτά που λείπουν από την πραγματική ανάπτυξη και οικονομία σήμερα.

Ας μην λησμονούμε, εντούτοις, ότι πέραν της έλλειψης ρευστότητας που δημιουργούν σήμερα οι αθέμιτες πρακτικές του παρελθόντος, το φαινόμενο που μόλις στηλιτεύσαμε δημιούργησε και συνεχίζει να δημιουργεί ακόμα και σήμερα έναν τεράστιο αθέμιτο εσωτερικό ανταγωνισμό. Αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο ο κακοπληρωτής και έχων την επισφάλεια να απολαμβάνει κλάσεις μικρότερο επιτόκιο από τον συνεπή συναλλασσόμενο επιχειρηματία με τις Τράπεζες.

  • Το φορολογικό στοιχείο με τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα είναι εκείνο της απαιτούμενης σταθερότητας του ελληνικού φορολογικού συστήματος, που θα εγγυάται συγκεκριμένες συνθήκες σε πολυετές βάθος και όχι το πολιτικό παιχνίδι με την αύξηση ή τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, αναλόγως με το ποια κοινωνικά στρώματα επιθυμεί να ικανοποιήσει ή να χειραγωγήσει η εκάστοτε Κυβέρνηση.

Οι σοβαροί επενδυτές επενδύουν πρωτίστως στην αξιοπιστία και τη σταθερότητα ενός φορολογικού συστήματος και όχι στην πλειοδοσία των φορολογικών συντελεστών.

  • Για πρώτη φορά περιφερειακός Σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών, ο ΣΘΕΒ, προτείνει με απόλυτη συναίσθηση τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών με παράλληλη αύξηση του κατώτατου μισθού των εργαζομένων, ώστε να τονωθεί η ζήτηση και να αυξηθεί η κατανάλωση, πράξη απόλυτα στοχευμένη με τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες αλλά και με τη φύση της ελληνικής οικονομίας, που είναι κυρίως καταναλωτική. Είναι βέβαιο ότι μέσα από αυτό το μοντέλο, λόγω της αύξησης της ζήτησης υπηρεσιών και αγαθών αλλά και της αύξησης του εισοδήματος των εργαζομένων, θα τονωθεί και η ζήτηση εργασίας.  Μας προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ενώ η πρότασή μας έχει διατυπωθεί και δημοσιοποιηθεί εδώ και έναν χρόνο τουλάχιστον και απευθύνεται σε μια αριστερή και φιλοεργατική κυβέρνηση, που μεταξύ άλλων εξελέγη και με την προεκλογική εξαγγελία περί αύξησης του κατώτατου μισθού, ουδεμία ανταπόκριση και δημόσια τοποθέτηση υπήρξε από πλευράς των κυβερνόντων μέχρι σήμερα.
  • Η εμπλοκή με την επιχειρηματικότητα και η έλευση επενδύσεων στην Ελλάδα, όπου το διοικητικό και εργατικό δίκαιο είναι δαιδαλώδες με αργή την απόδοση της δικαιοσύνης, είναι βασικός ανασταλτικός παράγοντας στην έλευση οποιουδήποτε επενδυτή.
  • Η γραφειοκρατία αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια της μεταπολιτευτικής Ελλάδος, στον άτυπο εμφύλιο μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.  Αναρωτιέται κανείς ποιος χάνει και ποιος κερδίζει από την απίστευτη αδιαφορία στα όρια της ταλαιπωρίας ή ακόμη και την εμμονική διαμόρφωση εμποδίων κάποιων δημόσιων λειτουργών, διακυνούμενων εχθρικά σε οτιδήποτε ιδιωτικό, καινοτόμο και επενδυτικό.

Η αλήθεια είναι ότι δεν κερδίζει κανείς και χάνουμε όλοι απίστευτο πλούτο, που θα μπορούσε να παραχθεί και δεν παράγεται, διότι, εν τέλει, έχουμε καταφέρει στη Χώρα μας ακόμα και τον πιο στοχοπροσηλωμένο και υπομονετικό επίδοξο επιχειρηματία να βρούμε τρόπο να τον αποτρέψουμε.

Το πρόβλημα δεν λύνεται ούτε με τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, ούτε με τιμωριτικές πρακτικές που ουδέποτε εφαρμόστηκαν, αλλά με τη σαφέστατη πολιτική κατεύθυνση προς την κοινωνία ότι η τεράστια εμπειρία του Έλληνα δημόσιου λειτουργού και το δαιμόνιο πνεύμα του Έλληνα επιχειρηματία πρέπει επιτέλους να παντρευτούν, με γνώμονα την ανασυγκρότηση της εθνικής οικονομίας.

Θα πρέπει οι αρμόδιοι δημόσιοι λειτουργοί να ερμηνεύουν δίκαια και ευέλικτα τους νόμους του εκάστοτε γνωστικού αντικειμένου ανά κλάδο οικονομίας και να ορίζουν τις διαδικασίες ίδρυσης, λειτουργίας και ελέγχου των επιχειρήσεων, με μοναδικό σκοπό την ανάδειξη του εθνικού σχεδίου που δεν είναι άλλο από την αύξηση του ετήσιου ΑΕΠ.

Ας τελειώνουμε με τις διχαστικές πρακτικές, διότι σε αυτό το στοίχημα δεν περισσεύει κανείς δημόσιος και ιδιωτικός φορέας.

  • Η ενοποίηση του νομοθετικού πλαισίου της Χώρας που άπτεται του επιχειρείν με παράλληλη απλοποίηση παραγράφων και στοιχείων, που δεν ευνοούν την επιχειρηματικότητα, είναι άλλη μια απαραίτητη πράξη στο διακύβευμα  περί ανόρθωσης της εθνικής οικονομίας.
  • Η επιχειρηματική κοινότητα από την πλευρά της αντιλαμβάνεται σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, ότι έννοιες όπως: one businessman show, κακώς εννοούμενη οικογενειακή επιχείρηση με τις γνωστές στρεβλώσεις, καθώς και παντελή απουσία διάθεσης για συνέργειες ή συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες άσκησης επιχειρηματικότητας.

Ακόμη και εάν στις γενιές που απέρχονται όλα τα παραπάνω ακούγονται παράδοξα ή δυσνόητα, οφείλουν οι επόμενες γενιές να πράξουν τα αυτονόητα για τον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων ώστε να είναι ανταγωνιστικές όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως, μέσα σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά απαιτητικό, στο οποίο θα επιβιώσουν μόνο οι καλύτεροι.

  • Οι καλές πρακτικές επιβράβευσης πετυχημένων επιχειρηματικών μοντέλων, με στόχο την περαιτέρω διεύρυνση και διαιώνισή τους, είναι επιτυχημένες διεθνείς πρακτικές, που κάποτε οφείλουμε να εφαρμόσουμε και στην Ελλάδα. Αυτονόητο είναι για τον Έλληνα επιχειρηματία, και ειδικά τον εξαγωγέα, που μεταξύ άλλων εισφέρει στην οικονομία με αθρόα εισαγωγή συναλλάγματος, η πολιτεία πρέπει να επιβραβεύει τον αγώνα του και να δίνει κίνητρα φορολογικά και οικονομικά για την αύξηση του εξαγωγικού δείκτη της Χώρας.                  

Όπως αντιλαμβανόμαστε ο επιχειρηματικός κόσμος της Θεσσαλίας παρακολουθεί με αυξημένη ανησυχία την εξέλιξη της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας και τις επιπτώσεις της στην ελληνική οικονομία γενικότερα. Σήμερα, παρά την παρατεταμένη ύφεση και το δυσμενές εγχώριο περιβάλλον, εντός του οποίου καλούμαστε να δραστηριοποιηθούμε, οι περισσότερες επιχειρήσεις της Θεσσαλίας καταφέρνουν να επιβιώσουν.

Το 2018 έχει ήδη ονομασθεί ως «έτος κλειδί για την οικονομία και τη χώρα», «έτος – ορόσημο για την επαναφορά στην ομαλότητα».  Το 2018 θα είναι πραγματικά δύσκολο έτος, με κρίσιμα δεδομένα, που θα πρέπει να τα ξεπεράσουμε με επιτυχία αν θέλουμε να επανέλθει η κανονικότητα στην οικονομία.

Έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου που σταδιακά εκσυγχρονίζουν την ελληνική οικονομία και την κάνουν πιο ανταγωνιστική.  Κατ΄ αρχήν τα δημοσιονομικά ελλείμματα καθώς και τα ελλείματα του ισοζυγίου πληρωμών έχουν μηδενιστεί. Έχουν, επίσης, υλοποιηθεί τα δύο τελευταία χρόνια σημαντικές μεταρρυθμίσεις όπως: η λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η ολοκλήρωση σημαντικών ιδιωτικοποιήσεων, η νομοθεσία για τα κόκκινα δάνεια, ο εξορθολογισμός των ειδικών φόρων στην ενέργεια, η διατήρηση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και η θεσμοθέτηση αξιοκρατικών διαδικασιών για τον ορισμό διοικήσεων στις ΔΕΚΟ.

Το στοίχημα του παραγωγικού μετασχηματισμού είναι πιο επίκαιρο από ποτέ και θα κερδηθεί από τις επιχειρήσεις που βασίζονται στην καινοτομία, εξωστρέφεια και υψηλή παραγωγικότητα και που είναι ανοικτές σε συνεργασίες και συμπράξεις.  Κάνοντας τώρα τη στροφή που απαιτείται, ώστε να αντιμετωπίσουμε με ομοψυχία και μεθοδικότητα τις μεγάλες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, μπορούμε να προσβλέπουμε στο μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία.

Το θέμα της αναδιάρθρωσης και ελάφρυνσης του Ελληνικού δημόσιου χρέους, αποτελεί κρίσιμο ζήτημα, καθοριστικό για το παρόν και το μέλλον της χώρας μας και του λαού μας.

Συνδέεται άρρηκτα με την Ανάπτυξη και την Κοινωνική Συνοχή, την έξοδο από την κρίση και τα Μνημόνια και την αξιοπιστία της χώρας στις υποχρεώσεις της.

Η Ελλάδα ακόμα και σήμερα μετά από 8 χρόνια κρίσης παραμένει μια Ευρωπαϊκή χώρα με όλα τα θεσμικά προσόντα.  Μετά από 8 χρόνια μνημονίων είναι ανάγκη ο Ελληνικός λαός να δει ότι οι θυσίες του έχουν αντίκρισμα.

Οραματιζόμαστε μια Ελλάδα που θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις, ώστε να μπορούν οι υφιστάμενες να διευρυνθούν ή να δημιουργηθούν νέες, με παραγωγικές θέσεις εργασίας. Δικαιούμαστε μια Ελλάδα των επενδυτικών ευκαιριών και της δημιουργικής ανάταξης, όπου η οικονομική ευημερία συμπλέει με την κοινωνική δικαιοσύνη, μια Ελλάδα  που προσφέρει ευκαιρίες στα παιδιά της και δεν τα υποχρεώνει να μεταναστεύουν.

Μια Ελλάδα που επιτέλους δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες, ώστε κάθε πολίτης του κόσμου να θέλει να την επισκεφθεί, να εργασθεί και να επενδύσει σ΄ αυτήν.

Μία περήφανη Ελλάδα για την οποία κανείς δεν θα ξανατολμήσει να ξεστομίσει την ακόλουθη φράση, που ειπώθηκε την 1η Μαρτίου του 2010, για το δήθεν καλό της: «Καλό κουράγιο» (Όλι Ρεν).

Σας ευχαριστώ πολύ για την ευγενική παρουσία σας και προσοχή σας.”

Πηγή φωτο: onlarissa.gr